Φαρμακειῶν

Φαρμακειῶν
Φαρμάκεια
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φαρμακειῶν — φαρμάκεια fem gen pl φαρμακεία use of drugs fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρμακείων — φαρμακεί̱ων , φαρμακεῖον neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • CIRCE — Solis et Perses nymphae, Orpheo Apollinis et Asteropes, filia, veneficiorum peritissima, quae Sarmararum Rege, cui nupserat, venenô sublatô, regnôque per scelus partô, cum crudelius imperaret, ab incolis pulsa in Italiam profugit: Apollonius eam… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αλόη — Πολυετές φυτό της οικογένειας των αειλιιδών. Το γένος α. περιλαμβάνει περισσότερα από 175 είδη, ιθαγενή κυρίως των ξερών περιοχών της Αφρικής. Στην Ελλάδα είναι αυτοφυής η α. η γνήσια, καλλιεργούνται όμως και άλλα είδη. Τα είδη της α., μερικά από …   Dictionary of Greek

  • λιμοκτονία — η (Α λιμοκτονία, ιων. τ. λιμοκτονίη) [λιμοκτονώ] νεοελλ. 1. θάνατος από ασιτία, από πείνα 2. συνεχής και μεγάλη στέρηση τών αναγκαίων για τη ζωή αρχ. μέθοδος θεραπείας με αποχή από τροφή, με απαγόρευση τροφής («τὰς ὑπὸ τῶν ἰατρῶν θεραπείας τὰς… …   Dictionary of Greek

  • διανυκτέρευση — η η ολονύκτια διαμονή σε χώρο: Είναι υποχρεωτική η διανυκτέρευση ορισμένων φαρμακείων στην πόλη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”